Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν

Κατα Μαρκον 9:24-38 Η Καινή Διαθήκη του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού κατά νεοελληνικήν απόδοσιν (NTV)

24. Τότε ἐφώναξε ἀμέσως ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ καὶ μὲ δάκρυα εἶπε, «Πιστεύω, Κύριε, βοήθησε τὴν ἀπιστίαν μου».

25. Ὅταν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶδε ὅτι μαζεύεται κόσμος, ἐπέπληξε τὸ πνεῦμα τὸ ἀκάθαρτον καὶ τοῦ εἶπε, «Τὸ ἄλαλον καὶ κωφὸν πνεῦμα, ἐγὼ σὲ διατάσσω, ἔβγα ἀπὸ αὐτὸν καὶ νὰ μὴ μπῇς ποτὲ πλέον μέσα του».

26. Αὐτό, ἀφοῦ ἐφώναξε καὶ τὸν ἐσπάραξε δυνατά, ἐβγῆκε, τὸ δὲ παιδὶ ἔγινε σὰν νεκρός, ὥστε πολλοὶ νὰ λέγουν ὅτι πέθανε.

27. Ἀλλ᾽ ὁ Ἰησοῦς τὸν ἔπιασε ἀπὸ τὸ χέρι, τὸν ἐσήκωσε καὶ ἐστάθηκε ὄρθιος.

28. Καὶ ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐμπῆκε στὸ σπίτι, τὸν ἐρώτησαν οἱ μαθηταί του ἰδιαιτέρως, «Γιατί ἐμεῖς δὲν μπορέσαμε νὰ τὸ βγάλωμε;».

29. Καὶ αὐτὸς τοὺς εἶπε, «Τὸ γένος αὐτὸ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ βγῇ μὲ κανένα ἄλλο μέσον παρὰ μὲ προσευχὴν καὶ νηστείαν».

30. Καὶ ὅταν ἔφυγαν ἀπὸ ἐκεῖ, ἐπερνοῦσαν διὰ τῆς Γαλιλαίας καὶ ὁ Ἰησοῦς δὲν ἤθελε νὰ μάθῃ κανεὶς τίποτε,

31. διότι ἐδίδασκε τοὺς μαθητάς του καὶ τοὺς ἔλεγε ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου θὰ παραδοθῇ εἰς τὰ χέρια ἀνθρώπων καὶ θὰ τὸν θανατώσουν καὶ ἀφοῦ θανατωθῇ, τὴν τρίτην ἡμέραν θὰ ἀναστηθῇ.

32. Ἀλλ᾽ αὐτοὶ δὲν καταλάβαιναν τί ἔλεγε καὶ ἐφοβοῦντο νὰ τὸν ἐρωτήσουν.

33. Καὶ ἦλθαν εἰς τὴν Καπερναούμ. Καὶ ὅταν ἤτανε στὸ σπίτι, τοὺς ἐρώτησε, «Τί συζητούσατε εἰς τὸν δρόμον;».

34. Αὐτοὶ δ᾽ ἐσιωποῦσαν, διότι εἶχαν συζητήσει ἀναμεταξύ τους εἰς τὸν δρόμον, ποιός εἶναι μεγαλύτερος.

35. Καὶ ἀφοῦ ἐκάθησε, ἐφώναξε τοὺς δώδεκα καὶ τοὺς λέγει, «Ἐὰν κανεὶς θέλῃ νὰ εἶναι πρῶτος, πρέπει νὰ εἶναι ὁ τελευταῖος ὅλων καὶ ὑπηρέτης ὅλων».

36. Ὕστερα ἐπῆρε ἕνα παιδί, τὸ ἔβαλε εἰς τὸ μέσον καὶ ἀφοῦ τὸ ἀγκάλιασε τοὺς εἶπε,

37. «Ὅποιος δεχθῇ ἕνα τέτοιο παιδὶ εἰς τὸ ὄνομά μου, δέχεται ἐμέ, καὶ ὅποιος δεχθῇ ἐμέ, δὲν δέχεται ἐμὲ ἀλλὰ ἐκεῖνον ποὺ μὲ ἔστειλε».

38. Ὁ Ἰωάννης τοῦ εἶπε, «Διδάσκαλε, εἴδαμε κάποιον νὰ βγάζῃ δαιμόνια μὲ τὸ ὄνομά σου, ὁ ὁποῖος δὲν μᾶς ἀκολουθεῖ καὶ τὸν ἐμποδίσαμε, διότι δὲν μᾶς ἀκολουθοῦσε».